
Το Rashomon είναι η ταινία που εισήγαγε τον μέχρι τότε άγνωστο ιαπωνικό κινηματογράφο στον δυτικό κόσμο. Μια από τις πρώτες ταινίες του μεγάλου Ακίρα Κουροσάβα, κέρδισε το 1951 το χρυσό λέοντα στο φεστιβάλ του Βερολίνου καθώς και το όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας.
Τοποθετημένο στην μεσαιωνική Ιαπωνία, η ταινία διαπραγματεύεται έναν φόνο. Ένας σαμουράι (Masayuki Mori) δολοφονείται στο δάσος από τον διαβόητο εγκληματία Tajomaru (Toshirô Mifune) αφού πρώτα ο τελευταίος βιάζει την γυναίκα του (Machiko Kyô). Τουλάχιστον αυτό οδηγούμαστε να πιστέψουμε στην αρχή. Την ιστορία αφηγούνται σε έναν περαστικό ένας ξυλοκόπος και ένας ιερέας, μάρτυρες του εγκλήματος. Έχουν όλοι βρει καταφύγιο κάτω από το ναό του Rashomon, στη διάρκεια μιας καταρρακτώδους βροχής. Η βροχή παίζει διπλό ρόλο. Χωρίζει τους 3 άντρες από τον υπόλοιπο κόσμο αλλά και την αφήγηση τους από το παρελθόν. Στη δίκη που ακολουθεί το έγκλημα, καταθέτουν οι δύο μάρτυρες αλλά και ο Tajomaru, η γυναίκα του σαμουράι και το ίδιο το θύμα (μέσω ενός μέντιουμ) σε μία σκηνή αλλόκοτα συγκλονιστική. Και ο κάθε ένας δίνει διαφορετική ιστορία για το τι συνέβη. Εδώ έγκειται και η πρωτοπορία της ταινίας. Ο Κουροσάβα χρησιμοποιεί το flashback όχι για να μας πει τι συνέβη, αλλά για να φέρει στην ζωή την κάθε ιστορία. Φυσικά οι ιστορίες αλληλοσυγκρούονται, με το παράδοξο να είναι, ο καθένας να παρουσιάζει τον εαυτό του σαν τον ένοχο. Το αποτέλεσμα, κλονίζεται η πίστη του θεατή για το τι συνέβη, βλέποντας το φιλτραρισμένο από τα συναισθήματα και τις σκέψεις του κάθε εμπλεκομένου. Ο ιερέας νωρίς στην ταινία λέει: «Οι άνθρωποι είναι αδύναμοι. Λένε ψέματα για να κοροϊδέψουν τους εαυτούς τους».
Ο Κουροσάβα κινηματογραφεί με απίστευτη ευστοχία και λακωνικότητα εναλλάσσοντας μεγάλες σκηνές σιωπής με απότομα συναισθηματικά ξεσπάσματα των ηρώων του, χρησιμοποιώντας έναν εξαιρετικό φωτισμό στο δάσος για να δώσει της αίσθηση του έξω κόσμου και ένα λιτό, αφαιρετικό σκηνικό για το δικαστήριο υπονοώντας ότι οι υπόλογοι είναι στην πραγματικότητα απέναντι από τον εαυτό τους. Και όλα αυτά τα πετυχαίνει με όπλο τις τρομερές ερμηνείες, την εξαιρετική φωτογραφία και τις μοντέρνες τεχνικές στην χρήση της κάμερας (είναι η πρώτη ταινία που έχει τη κάμερα κατευθείαν στραμμένη στον ήλιο ενώ εδώ έχουμε και μια από τις πρώτες χρήσεις της hand-held κάμερας).
Στην αυτοβιογραφία του ο Κουροσάβα λέει ότι όταν έφτιαχνε την ταινία οι παραγωγοί τον πλησίασαν, και του είπαν ότι το σενάριο δεν βγάζει νόημα. Αυτός τους απάντησε ότι πιστεύει ότι η ιστορία είναι γραμμένη με σκοπό να είναι κατανοητή. Αυτοί επέμειναν. Ο Κουροσάβα τους απάντησε ότι η ίδια η ζωή πολλές φορές δεν βγάζει νόημα. Οι πρώτες λέξεις που ακούγονται στο φιλμ είναι από το στόμα του ξυλοκόπου: «Δεν καταλαβαίνω. Απλά δεν καταλαβαίνω».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου