Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μουσική & Κινηματογράφος

«Μουσική και Κινηματογράφος: σχέση ρυθμού & δομής»


Εισαγωγή

Το βιβλίο «Μουσική και Κινηματογράφος – σχέση ρυθμού και δομής» αποτελεί επέκταση της εργασίας για την εκδήλωση του Κινηματογραφικού Τμήματος (ΚΤ) των Πολιτιστικών Ομάδων Πανεπιστημίου Πατρών (ΠΟΦΠΠ) που έγινε με την μορφή παρουσίασης των βασικών χαρακτηριστικών, τεχνικών, φιλοσοφιών γύρω από την κινηματογραφική μουσική. Το πνεύμα της ομάδας του ΚΤ δεν περιορίστηκε στην δημιουργία ενός άλλου βιβλίου, δοκιμίου, μπροσούρας πάνω στο ζήτημα της μουσικής στον κινηματογράφο. Αν και η βιβλιογραφία για το συγκεκριμένο ζήτημα είναι μικρή (τόσο ξενόγλωσση όσο και ελληνική), η πραγματική ανάγκη που δημιουργήθηκε ήταν η καταγραφή της έρευνας των συμπερασμάτων από τις εμπειρίες των μελών της ομάδας (κινηματογραφικές και μουσικές) ώστε μελλοντικές έρευνες, αναζητήσεις, μελέτες και γενικότερα αναζητήσεις των φίλων του κινηματογράφου, των καλλιτεχνών που κινούνται στον χώρο αυτό (ερασιτέχνες και επαγγελματίες), απλών θεατών να διευκολύνονται απλά βαδίζοντας στην προγενέστερη εμπειρία της ομάδας. Αποφεύγοντας τους χαρακτηρισμού επαγγελματικό ή ερασιτεχνικό, το «εγχειρίδιο» βασίστηκε στην εμπειρία από την υπάρχουσα φιλμογραφία, τις μουσικές γνώσεις και την έρευνα σε κάποια περιορισμένη βιβλιογραφία στα ελληνικά ή σε ξένη γλώσσα.

Το αποτέλεσμα που προέκυψε χωρίζεται σε τέσσερα (3) μέρη:
Ιστορικά στοιχεία της κινηματογραφικής μουσικής.
Φιλοσοφίες, απόψεις γύρω από την κινηματογραφική μουσική και στην σχέση των δύο τεχνών μέσω της ανάλυσης ων κινημάτων, των πειραμάτων και των προσπαθειών.
Τεχνικές, τεχνοτροπίες της κινηματογραφικής μουσική

Το τέταρτο και τελευταίο μέρος δυστυχώς δεν μπορεί ακόμα να καταγραφεί. Η αυτοσχεδιαστική μουσική σε ταινίες (είτε ζωντανή είτε ηχογραφημένη) αποτελεί ένα ξεχωριστό κεφάλαιο με ειδική βαρύτητα. Αποτέλεσε την αφορμή για την συνολική μελέτης της μουσικής στο κινηματογράφο. «Ο Αυτοσχεδιασμός στην κινηματογραφική μουσική» είναι ένα κεφάλαιο που μέχρι τώρα έχει μείνει ανεξερεύνητο αφού οι έννοιες του ρυθμού στον κινηματογράφο και την μουσική, παρ’ όλες τις διαφορές και ομοιότητες που παρουσιάζουν, συμφωνούν και διαφωνούν διαμορφώνοντας ρόλους που δυστυχώς (ή ευτυχώς) δύσκολα μπορούν να κωδικοποιηθούν με την μορφή κανόνων και παραδειγμάτων. Με αφορμή την παρουσίαση της εργασίας της Κινηματογραφικής Μουσικής θα υπάρξει η ανάλυση της αυτοσχεδιαστικής μουσικής στον κινηματογράφο καθώς και παρουσίαση του «πειράματος» στο τέλος.

Μέσα από την έρευνα προέκυψαν τα αποτελέσματα ερευνώντας τα βασικά σημεία:
Γενικά η φύση του κινηματογράφου
Γενικά φύση της μουσική
Ρυθμός κινηματογράφου
Ρυθμός μουσική
Ρόλος μουσικής στον κινηματογράφο
Το μοντάζ, οι τεχνικές του και η συνολική διαδικασία
Η σχέση των δύο τεχνών μέσα από την πάροδο των χρόνων όπως καταγράφηκε μέσω των διαφόρων ειδών και πειραμάτων.


Μέσα από αυτούς τους βασικού σταθμούς, η έρευνα δεν περιορίστηκε μόνο στην μουσική ή μόνο στον κινηματογράφο (πράγμα αδύνατο) αλλά μέσω της σκιαγράφησης των δύο «χαρακτήρων» κατάφερε να κατανοήσει την περίεργη σχέση που τους συνδέει. Δεν θα μπορούσε κάποιος να απομονώσει κάποια από τις δύο αφού κάθε τέχνη παρουσιάζει τους κανόνες της και τις ιδιαιτερότητές της.

Ο σκοπός του βιβλίου θα είναι επιτυχής όταν μπορέσει να δώσει τα βασικά εργαλεία σε έναν σκηνοθέτη να ψάξει και να επεκτείνει την μελέτη, όταν καταφέρει να μεγαλώσει την αντίληψη του θεατή κατά την διάρκεια προβολών ταινιών και όταν διευκολύνει τον σκηνοθέτη και τον μουσικό μεγαλώνοντας την άνεση και διάδραση στην μεταξύ τους επικοινωνία.



Ιστορία της Κινηματογραφικής Μουσικής

Το κεφάλαιο της ιστορίας της μουσικής στον κινηματογράφο είναι αυτό που έχει πιο πολύ αναλυθεί. Η βιβλιογραφία που υπάρχει και αναφέρεται παρακάτω είναι αρκετά σημαντική, συνεκτική και αναλυτική ώστε κάποιος να μάθει την ιστορία και την εξέλιξη του ρόλου της μουσικής στον κινηματογράφο. Τυχαίνει διαβάζοντας κάποιος την ιστορία της μουσικής στης 7η τέχνη να διαβάζει λίγο ή πολύ την ιστορία γενικά του κινηματογράφου από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι η τεχνολογία κάπως να σταθεροποιηθεί τόσο στον ήχο όσο και στην εικόνα. Αυτό δεν αποτελεί ένα τυχαίο συμβάν. Στην ιστορία του κινηματογράφου πέρα από τις προσπάθειες για τελειοποίηση του φιλμ, της μηχανής εγγραφής/αναπαραγωγής, του μοντάζ, της μελέτης των ρόλων των ηθοποιών, του σκηνοθέτη κτλ υπήρχε πάντα ένα σημαντικό κομμάτι της έρευνας αφιερωμένο πάνω στην μουσική και πως αυτή είτε θα αναπαράγεται παράλληλα με την προβολή και αργότερα πως αυτή θα συμμετέχει ή θα πρωταγωνιστεί στην ταινία.

Όπως προαναφέρθηκε στον πρόλογο σκοπός του κειμένου δεν είναι να αναπαραγάγει σε πιο σύντομη μορφή προηγούμενες προσπάθειες βιβλιογραφικές (ή να γραφεί μία περίληψη τους) αλλά να δώσω μία άλλη μορφή στο εργαλείο για τον μουσικό – συνθέτη και τον σκηνοθέτη ταινιών της μουσικής.

Ξεκινώντας θα πρέπει να διακρίνουμε τους βασικούς σταθμούς της ιστορίας της μουσικής στον κινηματογράφο:

Βουβός Κινηματογράφος
a. Απαρχές 1894 – 1905
b. Εποχή του Nickelodeon 1905 – 1915

Ομιλών
c. Οι πρώτες προσπάθειες 1894 - 1928
d. Η περίοδος ευημερίας του Hollywood 1928 – 1933

Σύγχρονος
e. Μεταπολεμικός κινηματογράφος
f. Ταινίες μέχρι και σήμερα


Aπό τις πρώτες ταινίες που εμφανίστηκαν, η συνοδεία της μουσικής ήταν σχεδόν απαραίτητη. Συγκεκριμένα οι αδερφοί Lumiere με τις πρώτες ταινίες τους 1895 – 1896 χρησιμοποίησαν κυρίως πιανίστες ή σύνολο (ορχήστρα) που έπαιζαν θέματα σπάνια πρωτότυπα τα οποία βασίζονταν στον αυτοσχεδιασμό της στιγμής είτε σε θέματα γνωστά για εκείνη την εποχή (από τραγούδια της εποχής ή από κλασσική μουσική). Εκείνη την εποχή υπήρχε και μία παράλληλη προσπάθεια να υπάρχει συνοδεία από τους δίσκους γραμμοφώνου ή να υπάρχει χρήση υπέρτιτλων. Αν και τελικά τα δύο τελευταία δεν μπόρεσαν να επιβληθούν παρατηρείται μία ανάγκη στην ύπαρξη της μουσικής η οποία κυρίως οφείλεται λόγω στις περιορισμένες κινηματογραφικές τεχνικές και λόγω των περιορισμών του εξοπλισμού της εποχής, η μουσική έχει ρόλο καθαρά συνοδευτικό. Οι σκηνοθέτες, λόγω της ανωριμότητας στην τεχνική και στην γνώση - φιλοσοφία για τον κινηματογραφικό ρυθμό, έβλεπαν την μουσική κατά την διάρκεια των προβολών σαν κάτι το οποίο απλά διευκόλυνε την διαδικασία θέασης κρατούσε το ενδιαφέρον του θεατή και πολύ σπανιότερα προσέδιδε κάποια χαρακτηριστικά και πτυχές της ταινίες που δύσκολα ο θεατής να πρόσεχε.

Μία πρώτη προσπάθεια να γραφεί και να παιχτεί μουσική συγκεκριμένα για τα κινηματογραφικά αποτελέσματα ήταν τα cue sheets. Τα cue sheets αποτελούν έναν οδηγό ο οποίος δίνει στον μουσικό που «συνοδεύει» την ταινία τι να παίζει, με τι ύφος, τι είδος κτλ. Η μουσική πλέον με αυτήν την πρωτόλεια προσπάθεια αποκτά έναν ιδιαίτερο ρόλο σαν εργαλείο του κινηματογραφιστή και για αυτό δεν αφήνει τον μουσικό ανεξέλεγκτο και ελεύθερο αλλά να παίζει ότι βασίζεται στην κρίση και στον αισθητικό χαρακτήρα του δημιουργού. Αργότερα εκδόθηκαν και ειδικά βιβλία τα οποία περιλάμβαναν χ μελωδίες και παραλλαγές τους για να διευκολύνουν τόσο να υπάρξει ένας χαρακτήρας στις ταινίες. Με τα cue sheets ο μουσικό ήξερε είτε με την ένδειξη χρονομέτρου είτε με την εξέλιξη των σκηνών τι μουσικό θέμα να παιχτεί. Τα cue sheets χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα τόσο στον κινηματογράφο (κατά την διάρκεια της προσθήκης του ήχου/ μουσικής στο μοντάζ) και σε άλλες τέχνες (θέατρο). Σημαντικό ακόμα με την εισαγωγή των cue sheets αποτελεί ότι για πρώτη φορά μία μουσική με κάποια δομημένη μορφή (όχι καθαρά αυτοσχεδιαστική) βάζει το θέμα σχέσης μεταξύ του κινηματογραφικού ρυθμού και του ρυθμού μουσικής. Με τα cue sheets η πρώτη εντύπωση που επικρατεί είναι ότι η μουσική είναι κάπως «εκτός» λόγω της ρυθμικής της διαφοράς με τις κινήσεις των ηθοποιών. Όπως στο Θωρηκτό Ποτέμκιν, στο οποίο χρησιμοποιήθηκαν τα cue sheets, η μουσική δεν συμπίπτει(π.χ. στην σκηνή με την πτώση του μωρού από τα σκαλιά και με τον πόνο της μάνας) με την κίνηση του καροτσιού αλλά ούτε και με την αλλαγή κάδρου από το πρόσωπο της μάνας στο κυλιόμενο καρότσι. Αυτή η σχέση μεταξύ των δύο ρυθμών θα μας απασχολήσει αργότερα. Ένα άλλο μειονέκτημα (;;) των cue sheets, αποτελούσε η ασταθής performance της μουσικής κατά την διάρκεια της προβολής. Ακόμα και μία καλοστημένη ορχήστρα από πολλούς μουσικούς με γραμμένο το καθετί, είχε διακυμάνσεις στην performance πράγμα φυσικό στην μουσική εκτέλεση.

Από τότε το θέμα του συγχρονισμού της μουσικής και της συσχέτισης των δύο ρυθμών απασχόλησε τους κινηματογραφιστές. Οι πρώτες προσπάθειες συγκεντρώθηκαν γύρω από τον μηχανικό συγχρονισμό με συσκευές που συγχρόνιζαν τα καρέ του φιλμ με τα μέτρα παρτιτούρας κτλ. Οι προηγούμενες προσπάθειες απέτυχαν και λόγω της αυξημένης δυσκολίας στην χρήση τους αλλά και λόγω του κακού αισθητικού αποτελέσματος του απόλυτου συγχρονισμού. Με την έκρηξη του ομιλούντος κινηματογράφου και με την τεχνολογική πρόοδο στην ηχογράφηση οι προσπάθειες για τον συγκερασμό των δύο τεχνών έφτασαν στο ζενίθ. Η πρώτη ταινία το Jazz Singer γυρίστηκε ενώ παράλληλα ο ήχος ηχογραφούταν ξεχωριστά. Χρησιμοποιήθηκε πολύ απλά η τέχνη του playback. Από εκεί και πέρα η ιστορία της μουσικής και παράλληλα του κινηματογράφου έχει μία εξέλιξη στις τεχνικές χρήσης της. Ήδη από του βουβό και από τους μεγάλους δημιουργούς όπως ο Αϊζενστάιν το θέμα της ρυθμικής σχέσης κινηματογράφου και μουσικής προσεγγίστηκε πιο φιλοσοφικά και όχι τόσο πρακτικά ή για λόγους εμπλουτισμού όπως στο Hollywood, η εξέλιξη της μουσικής στον κινηματογράφο είχε πάρα πολλά στάδια, απόψεις, πειράματα που πέτυχαν ή απέτυχαν, προσεγγίσεις που διαπραγματευτήκαν και τοποθέτησαν την μουσική σε διάφορους ρόλους. Για παραπάνω πληροφορίες με λεπτομέρειες για την ιστορία της μουσικής παρατίθεται η παρακάτω βιβλιογραφία.


Soviet Film Music: a historical survey - Tatiana Egorova

A History of film music - Mervin Cooke

Beyond The soundtrack, Representing music in cinema – Daniel Goldmark, Lawrence Kramer, Richard Leppert.

Μουσική και Κινηματογράφος - Κώστας Μυλωνάς

Complete Guide To Film Scoring: The art and the business of writing Music for Films and TV - Richard Davis

Film Music: A History - Jame Wierzbicki




Βασικές Φιλοσοφίες του Κινηματογραφικού Ρυθμού

Με την ιστορική καταγραφή της κινηματογραφικής μουσικής και με την συνολική προσπάθεια για τον συγκερασμό αυτό των δύο τεχνών προκύπτουν θέματα τα οποία θίγουν τις βασικές ιδιαιτερότητες του κινηματογράφου που κάνουν την συνύπαρξη του με την μουσική περίπλοκη. Αν και αυτά τα θέματα έχουν αναλυθεί από αρκετά βιβλία παρ’ όλα αυτά βλέπουμε ότι η μουσική επένδυση ταινιών παραμένει εμπειρική ενώ οι τεχνικές και τρόποι χρήση της μουσικής στις περισσότερες ταινίες περιορισμένη, χωρίς καμία φαντασία και πρωτοτυπία.

Ο βασικός σκοπός του κεφαλαίου αυτού (ίσως και του σημαντικότερου) είναι να καταγράψει αρχές που διέπουν την σχέση μουσική και κινηματογράφος. Για να μπορέσει κάποιος σκηνοθέτης- κινηματογραφιστής, συνθέτης – μουσικός να προχωρήσει θα πρέπει να ξεκαθαρίσει τα εξής δύο στοιχεία:
Ρυθμό
Πως θα διαμορφωθούν οι σχέσεις της μουσικής και του κινηματογράφου (και των προσώπων που τα πλαισιώνουν)



Γενικά ο Ρυθμός

Ο ρυθμός είναι το βασικότερο χαρακτηριστικό όλων των τεχνών. Αν και διαφέρει η τοποθέτηση του από τέχνη σε τέχνη, ο ρυθμός είναι ο λόγος, η αιτία που τα στοιχεία της κάθε τέχνης (χρώμα, ήχος) γέννιονται, υπάρχουν και δίνουν νόημα. Ο ρυθμός λαμβάνεται –λανθασμένα, ως το κεκτημένο της μουσικής. Για να δούμε την ευρύτητα του ρυθμού στην ζωή του ανθρώπου, αρκεί να σκεφτούμε ότι στον λόγο, η άρθρωση, οι τονισμοί, οι εντάσεις είναι χαρακτηριστικά τα οποία συντελούν στην ρυθμική αγωγή της επικοινωνίας. Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό το οποίο συμπληρώνει τον ρυθμό σαν μία υπόσταση που κυριαρχεί από το πρώτο μόλις καρέ είναι η χροιά. Αυτά τα δύο στοιχεία ενωμένα δίνουν την ποιότητα (ρυθμική) του κινηματογράφου αλλά και κάθε τέχνης. Κάθε γλώσσα έχει τις ιδιαιτερότητες της καθώς και τους κανόνες που την περιορίζουν ή ελευθερώνουν λόγω π.χ. των γεωγραφικών χαρακτηριστικών. Έτσι και ο κινηματογραφικός λόγος, ο μουσικός λόγος, ο ποιητικός κτλ είναι λόγοι ιδιαίτεροι μεγάλης σημασίας. Κάποιος είναι πιο δυνατός, πιο εντυπωσιακός, πιο απλός, πιο δύσκολος να προφερθεί, να κατανοηθεί. Το ζήτημα πάντως που αφορά το βιβλίο αυτό είναι πως αυτοί οι δύο οντότητες με τις διαφορές και τις ομοιότητες θα μπορέσουν να βγάλουν ένα κοινό αποτέλεσμα με καινούργιους κανόνες, εξαιρέσεις.

Οπτικός Ρυθμός, Μουσικός ρυθμός, Ρυθμός του Μοντάζ

Ο κινηματογράφος είναι μία τέχνη που εξελίχθηκε στις αρχές του 21ου αιώνα. Σαφώς και είναι μία τέχνη καθόλου απλή στην ανάλυση της για δύο λόγους: παρασιτεί ανάμεσα σε άλλες τέχνες (μουσική, υποκριτική, σκηνοθεσία, ζωγραφική, φωτογραφία) και επειδή η ύπαρξη της οφείλεται στην τεχνολογική εξέλιξη περισσότερο από ότι σε οποιαδήποτε άλλη τέχνη. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά αν και μοιάζουν με μειονεκτήματα, δίνουν μία ξεκάθαρη ώθηση στον κινηματογράφο: να μπορεί να δημιουργεί έναν φανταστικό κόσμο δημιουργώντας έναν μοναδικό χωροχρόνο σύμφωνα με τις αισθητικές επιλογές του κάθε σκηνοθέτη (πράγμα που τις τελευταίες δεκαετίες θεωρείται αυτονόητο και φυσικό από το κινηματογραφικό κοινό).

Αν θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε τον ρυθμό χρησιμοποιώντας τον εαυτό του θα μπορούσαμε να δώσουμε τον επεξηγηματικό όρο των ρυθμικών δομών. Ο ρυθμός, σύμφωνα με τον Πυθαγόρα, δεν αποτελεί απλώς το tempο ή τις χρονικές εναλλαγές στοιχείων (κυμάτων ηχητικών, οπτικών) αλλά τις σχέσεις δόμησης μεταξύ τους. Το πιο τρανταχτό επιχείρημα στον κινηματογράφο το οποίο ανατρέπει την συνηθισμένη άποψη της καθετότητας του ρυθμού (ρυθμός = εναλλαγές καρέ ανά μονάδα χρόνου/κίνηση χεριών κτλ) είναι το πολύ απλό ότι αν βάλουμε το φιλμ να παίξει ανάποδα ή σε άλλη ταχύτητα το νόημα θα είναι διαφορετικό (αν όχι ακατανόητο).

Η ιδιαιτερότητα του οπτικού ρυθμού παρ’ όλα αυτά δεν οφείλεται μόνο στην φύση του κινηματογράφου αλλά και στην φύση του οπτικού νεύρου. Ο Ernst Meumann (φυσικός, επιστήμονας) λέει ¨η όραση εκδηλώνεται σαν το πιο πλατύ συναίσθημα μέσα από τις εμπειρίες που αφορούν τον υπολογισμό του χρόνου». Ο David Katz (ψυχολόγος) δηλώνει «σε κανένα πεδίο του αισθητού οι ρυθμικές μορφές δεν έχουν τόσο πολύ προσδιορισμένο χαρακτήρα παρά τις ακουστικές δομές. Το αυτί είναι αυτό που μπορεί να προσλάβει όχι μόνο ήχους αλλά και ηχητικά συμπλέγματα, συσχετισμούς κάποιας διάρκειας». Το μάτι αντιθέτως είναι φτιαγμένο να αντιλαμβάνεται το χώρο και την γεωμετρία του χώρου. Εκμεταλλεύεται την αντίληψη του ανθρώπου των αναλογιών. Εάν αντιλαμβάνεται πρόσκαιρες δομές, αυτές έχουν σχέση με τις τροποποιήσεις ενός σχήματος. Με άλλα λόγια το μάτι εστιασμένο στα τρισδιάστατα δεδομένα προσδιορίζει τη σχετική διάρκεια των αντικειμένων. Αυτό τονίζει την απάτη του ματιού του να προσδιορίζει τον ρυθμό με τις εναλλαγές των γεωμετρικών μορφών από πλάνο σε πλάνο. Όμως οι γεωμετρικές αυτές μορφές αποτελούνται από πρόσκαιρες σχέσεις. Οι συσχετισμοί αυτοί όμως δεν σημαίνουν τίποτα, ανατρέπονται με το παραμικρό (όπως είπαμε με το επιχείρημα πριν). Αντίθετα οι συσχετισμοί και σχέσεις μεταξύ δύο νοτών ή δύο απαντήσεων δύο διαφορετικών οργάνων οφείλονται στις σχέσεις τονικού ύψους και της κατανομής των πρωτογενών συχνοτήτων.

Συμπερασματικά ο οπτικός ρυθμός δεν μπορεί να συγκινήσει ή να σημαίνει κάτι από την στιγμή που οι μορφές που πραγματεύονται και οι σχέσεις μεταξύ τους δεν έχουν μία αρχική συναισθηματική δύναμη. Με αυτή την προσέγγιση καταλαβαίνουμε προσπάθειες για οπτικοποιημένη μουσική όπως η Symphonie Diagonale του Eggeling, οι προσπάθειες πειραματιστών όπως του Richter κτλ στην προσπάθεια τους να επιβάλουν την φύση της μουσικής στον κινηματογράφο χωρίς να προβούν σε έναν δημιουργικό συγκερασμό απέτυχαν εξ’ ορισμού. Οι προσπάθειες αυτές, που η αξία τους αναγνωρίζεται σαν πειράματα έγιναν κυρίως στο μεταίχμιο της μετάβασης από τον βουβό στον ομιλών, με την χρήση μη κάμερας (κάτι σαν πρώτα animation) και στις πρώτες προσπάθειες ορισμού του μοντάζ.

Το μοντάζ αναπτύχθηκε κυρίως τα τέλη της δεκαετίας του 1910 και στις αρχές του 1920 με κύριο εκπρόσωπο μελετητή τον Eisenstein. Κάθε ταινία του Eisenstein χαρακτηρίζεται ως μία σπουδή πάνω στον μοντάζ την εποχή που οι κινηματογραφικές καινοτομίες διαδέχονταν η μία μετά την άλλη. Ο Eisenstein όρισε τις τεχνικές του μοντάζ χρησιμοποιώντας όρους από την μουσική. Έτσι κατέληξε στο ρυθμικό, τονικό, υπερτονικό, διανοητικό μοντάζ των οποίων τα χαρακτηριστικά είναι: ρυθμική δεσπόζουσα, υποδεσπόζουσα, τονική, ελλάσων και μείζων ρυθμός. Παρατηρείται η μεγάλη σημασίας μελέτη του Eisenstein στο γεγονός ότι χρησιμοποίησε τους αυστηρούς και βασικούς όρους που χαρακτηρίζουν την μουσική για να εξάγει αντίστοιχους όρους για τον κινηματογράφο και το μοντάζ, με σεβασμό στα χαρακτηριστικά τους και παράγοντας κάτι μοναδικό. Δεν είναι τυχαίο που η μουσική στις ταινίες του Eisenstein έπαιζε ένα σπουδαίο ρόλο ενώ η τοποθέτηση της ήταν λεπτομερής και σε συνεννόηση με τον συνθέτη.

Τελικά καταλήγουμε ότι η μουσική στον κινηματογράφο δίνει μία πνοή όπως δίνει η φωτογραφία, η σκηνοθεσία. Η μουσική σαν βασικό στοιχείο του μοντάζ (καθόλου μικρότερης σημασίας από τα υπόλοιπα στοιχεία και εργαλεία που χρησιμοποιεί ο μοντέρ) μπορεί και δίνει τον ρεαλισμό που ο κινηματογράφος από την φύση του οφείλει να σπάσει αφού δημιουργεί έναν πλαστό κόσμο. Ο ρυθμός τελικά της ταινίας διαμορφώνεται μέσω της διαδικασίας του μοντάζ συνθέτοντας όλα τα στοιχεία (και αυτό της μουσικής). Χαρακτηριστικά σύμφωνα με τον Τάκη Δαυλόπουλο (σκηνοθέτης, μοντέρ, ποιητής) για τον κινηματογραφικό ρυθμό ξεκινάει λέγοντας ότι ο ρυθμός δεν δημιουργείται αλλά προσδίδεται καταρρίπτοντας ότι την λανθασμένη αντίληψη ότι ρυθμός αλλάζει με την ολοκλήρωση κάθε πλάνου . Προσθέτει ακόμη, ότι ο κινηματογραφικός ρυθμός αποτελείται από δύο άλλους:
Τον εσωτερικό: ο οποίος καθορίζεται από την δράση των ηθοποιών, την κίνηση της κάμερας, την κίνηση των σωμάτων, του διαλόγους κτλ.
Τον εξωτερικό: οποίος καθορίζεται με τον μοντάζ.

To συμπεράσματα που προκύπτουν υπογράφουν τον ρόλο του κινηματογραφιστή ως ένα συνονθύλευμα γνώσεων πάνω στην μουσική, στην φωτογραφία, στην υποκριτική, στην σκηνοθεσία αλλά κυρίως στην ρυθμική αγωγή – φαντασία που προκύπτει από τον συγκερασμό του κινηματογράφου και μουσικής. Η κινηματογραφική μουσική είναι κάτι μοναδικό με τα δικά της χαρακτηριστικά τα οποία πρέπει να σέβονται τόσο από τον μουσικό και από τον ίδιο τον σκηνοθέτη, κρατώντας ο καθένας τους δικούς του κανόνες όχι για να τον δυσκολεύουν αλλά να τον διευκολύνουν στην μεταξύ τους επικοινωνία.

Βιβλιογραφία για το θέμα ρυθμού κτλ

Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο – Ζαν Μιτρί
Προβλήματα Σκηνοθεσίας Κινηματογράφου - Σ.Μ. Αϊζενστάιν
Το Μοντάζ – Συλλογή από έργα σκηνοθετών – κινηματογραφιστών – εκδ. Αιγόκερος
Composing for the films -Theodor Adorno & Hans Eisler


Τεχνικές

Το κεφάλαιο αποσκοπεί στον προσδιορισμό σαφών βημάτων που θα ακολουθήσει ο κινηματογραφιστής για να έχει ένα αποτέλεσμα μουσικό στις ταινίες του αποτελεσματικό.

Ξεκινώντας με τον βασικό ρόλο της μουσικής η λειτουργία της μουσικής εντοπίζεται:

Ως απαραίτητο στοιχείο το οποίο δίνει μορφή, νόημα, ροή στην ταινία. Η μουσική εδώ, ως βασικό στοιχείο του μοντάζ, έχει τον ίδιο ρόλο που έχουν οι ηθοποιοί, τα σκηνικά κτλ. Η μουσική δεν είναι το κερασάκι στην τούρτα αλλά ένα βασικό χαρακτηριστικό που χωρίς αυτό δεν μπορεί να αναπτυχθεί η ταινία.
Ως στοιχείο το οποίο ενισχύει αυτά που θέλει να πει ο σκηνοθέτης, τονίζει αυτά που λόγω του ρεαλισμού του κινηματογράφου δεν μπορούν να ειπωθούν. Η αφαιρετικότητα της μουσικής μπορεί να τονίσει το συναίσθημα νοσταλγίας του πρωταγωνιστή ή να ειρωνευτεί με μία χαρούμενη μελωδία μία σκηνή πολέμου.
Ως κεντρικό στοιχείο – πρωταγωνιστής της ταινίας. Σε αυτό η μουσική μονοπωλεί το ενδιαφέρον του θεατή. Δεν σημαίνει βέβαια ότι ο σκηνοθέτης έχει μικρότερο ρόλο. Όπως και οι ηθοποιοί υποτάσσονται στον σκηνοθέτη ακόμα και οι πρωταγωνιστές, έτσι και η μουσική κατευθύνεται σύμφωνα με την βούληση του σκηνοθέτη.


Με την κατηγοριοποίηση εύκολα κάποιος μπορεί να εντοπίσει είδη ταινιών και τεχνικές που χρησιμοποιούνται. Δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν προσμίξεις μεταξύ τους ή ότι (ειδικά τα τελευταία χρόνια) δεν εμφανίζονται νέες κατηγορίες ή εξαιρέσεις. Η παραπάνω κατηγοριοποίηση πέρα ότι καλύπτει ένα ευρύ φάσμα του κινηματογράφου, βασίζεται στους βασικούς κινηματογραφικούς κανόνες που προαναφέρθηκαν.



Τεχνικές Κινηματογραφικής Μουσικής

Παράλληλη
- Σχολιάζει ότι λένε οι εικόνες στην δική της γλώσσα
- Δίνει ένα παραπάνω βάρος
- Λέει ότι δεν μπορούν να πουν οι εικόνες
- Αφηγηματική μουσική

Αντιστικτική

Ορισμός της αντίστιξης: «όταν δύο ανεξάρτητα στοιχεία με διαφορετικά χαρακτηριστικά (που συνθέτουν οποιαδήποτε μορφή τέχνης) μεταξύ τους, κινούνται στον καλλιτεχνικό χώρο σχηματίζοντας ένα αρμονικό αποτέλεσμα»
Στη αντιστικτική χρήση, λειτουργεί ανεξάρτητα με την εικόνα και πολλές φορές την «κοντράρει», την ανταγωνίζεται, την προκαλεί, την απογυμνώνει κτλ.


Leitmotif

Το Leitmotif είναι όρος που εφευρέθηκε στην όπερα από τον Wagner. Ο Wagner εισάγοντας μία νέα θεωρία για την ολιστική προσέγγιση της όπερας όχι μόνο από πλευράς της μουσικής, σύνθεση, μελέτησε την αρχιτεκτονική της όπερας, την διάταξη των ηθοποιών αλλά και την σκηνοθετική τοποθέτηση του σεναρίου, των διαλόγων, των σκηνικών, των ηθοποιών.

Το Leitmotif ήταν κάθε μελώδια και οι παραλλαγές της η οποία εξέφραζε και χαρακτήριζε έναν χαρακτήρα, μία ψυχολογική – συναισθηματική κατάσταση του ήρωα, τις μεταβολές στο σκηνοθετικό περιβάλλον και γενικότερα κάτι συγκεκριμένο το οποίο επαναλαμβανόταν καθ’ εαυτό ή σε παραλλαγές. Το Leitmotif χρησιμοποιήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες στον κινηματογράφο όπως πχ στον Πόλεμο των άστρων όπου κάθε φορά που περιμένουμε την αυτοκρατορία ή τον Darth Vader υπάρχει μία πομπώδης μουσικής χωρίς καν να έχει εμφανιστεί στην σκηνή.

Ρεαλιστική Χρήση

Στην Ρεαλιστική χρήση η μουσική αποτελεί έναν ηθοποιό που λαμβάνει μέρος στην πλοκή του έργου. Η μουσική είναι ένα μέρος του σεναρίου. Πχ ένα ραδιόφωνο που παίζει, μία μελωδία από την κιθάρα ενός ζητιάνου είναι παραδείγματα που η μουσική έχει έναν ρόλο όπως ένας ηθοποιός.

Χρήση προϋπάρχουσας μουσικής

Στην κατηγορία αυτή έχουμε μουσική που χρησιμοποιείται έχει γραφεί πιο πριν ανεξάρτητα από την ταινία. Πχ ο κουρέας της Σεβίλλης που σιγοτραγουδά ο πρωταγωνιστής στο 8 ½ του Φελλίνι.

Η μουσική στο επίκεντρο

Η μουσική πλέον είναι στο κέντρο χωρίς βέβαια να παραμελείται ο ρόλος του φιλμ και του σκηνοθέτη. Τα αφιερώματα σε συγκροτήματα, οι βιντεοσκοπήσεις συναυλιών, τα musical, η κινηματογραφική όπερα είναι κάποια παραδείγματα επιτυχημένα ή αποτυχημένα.



Κινηματογράφος για την μουσική

Μιούζικαλ

Η σχέση κινηματογράφου μουσικής είναι δεδομένη, αφού από τις απαρχές της νέας αυτής μορφής τέχνης, η μουσική υπήρχε και συνόδευε τις εικόνες, και όπως είναι φυσιολογικό, με την εξέλιξη των δυο αυτών ξεχωριστών μορφών τέχνης ήρθε και η εξέλιξη στην σχέση τους.

Η αρχή για αυτήν την αλλαγή έγινε το 1927, όπου οι θεατές της ταινίας The Jazz Singer άκουσαν τον πρωταγωνιστή να λέει “Wait a minute, wait a minute you ain’t heard nothing yet”, που ήταν και η πρώτη ατάκα που άκουσαν οι θεατές μιας ταινίας μεγάλου μήκους (είχε προηγηθεί μια μικρού μήκους με διαλόγους συνολικού χρόνου κοντά στα 2 λεπτά) να βγαίνει από το στόμα ενός ηθοποιού. Στην ίδια ταινία ακούγονται 6 τραγούδια, 5 κομμάτια jazz και ένας ύμνος από συναγωγή, οπότε θα μπορούσαμε να πούμε ότι η πρώτη ομιλούσα ταινία ήταν ταυτόχρονα και το πρώτο μιούζικαλ, καθώς τα τραγούδια αυτά παίζουν ρόλο στην πλοκή της ταινίας.

Όπως είναι λογικό αυτή η τεχνολογική πρόοδος άλλαξε μια για πάντα τον κινηματογράφο και νέα είδη ταινιών άρχισαν να βγαίνουν.
Το πρώτο είδος που γέννησε αυτή η αλλαγή όπως προείπαμε είναι το μιούζικαλ. Ταινίες δηλαδή που τα τραγούδια που ερμηνεύουν οι χαρακτήρες έχουν σημασία για την πλοκή - υπάρχουν ωστόσο μιούζικαλ που δεν ακολουθούν αυτόν τον κανόνα και χρησιμοποιούν το τραγούδι άσχετα από την υπόθεση. Αυτό το είδος ήταν μια εξέλιξη του θεατρικού μιούζικαλ και ήταν μια νέα κινηματογραφική μόδα, που αν και η αίγλη της χάθηκε με την πάροδο του χρόνου, ποτέ δεν σταμάτησε να υπάρχει σαν επιλογή των κινηματογραφικών στούντιο.
Η δεκαετία του ’30 ήταν η περίοδος ακμής του μιούζικαλ. Ήταν τότε που ο Φρεντ Αστέρ και η Τζίντζερ Ρότζερς έκαναν την μία ταινία πίσω από την άλλη (Top Hat (1935), Swing Time (1936), Shall we Dance (1937) και πολλές άλλες). Αλλά και καλλιτέχνες άλλου ύφους, όπως οι αδερφοί Μαρξ, δεν παρέλειπαν να διασκεδάσουν το κοινό τους με ένα μουσικό νούμερο σε κάθε ταινία τους.
Ακολούθησαν οι δεκαετίες του ’40-’50 με ταινίες όπως Ένας Αμερικάνος στο Παρίσι (1951), Singing in the Rain (1952) και πολλές άλλες. Όμως κάτι άλλο άρχισε να γίνεται αυτήν την δεκαετία. Η μουσική που άρεσε στους νέους έχει ξεκινήσει να αλλάζει και αυτό περνάει και στις ταινίες. Άρχισαν να βγαίνουν οι πρώτες ταινίες για το ροκ εν ρολ (Rock Around the Clock (1956) με τον Bill Haley and his Comets, Rock Rock Rock (1956) και Jailhouse Rock (1957) με τον Έλβις να πρωταγωνιστεί κ.α.).
Η δεκαετία του ’60 έφερε μερικές από τις πιο γνωστές ταινίες του είδους: West Side Story, My Fair Lady, Mary Poppins, The Sound of Music. Όμως και εδώ υπάρχουν τομές αφού είναι η δεκαετία της Beatlemania και ο κινηματογράφος δεν θα μπορούσε να μείνει έξω από αυτό. Έτσι γυρίζονται μιούζικαλ με πρωταγωνιστές, ποιους άλλους, τους Beatles που με τις ταινίες Help! , A Hard Day’s Night και άλλες κάνουν και αυτοί το πέρασμα τους από τον κινηματογράφο.
Τα 70’s βρίσκουν το μιούζικαλ στην παρακμή του και ταινίες όπως το Grease και το Rocky Horror Picture Show προσπαθούν να δώσουν νεανική πνοή στο γερασμένο αυτό είδος.
Έτσι στις δεκαετίες του ’80 και ’90 οι όποιες ταινίες έγιναν δεν είχαν την εμπορική επιτυχία των προηγούμενων ετών. Όμως τα τελευταία χρόνια, από το 2000 και μετά φαίνεται κάτι να έχει αλλάξει και μιούζικαλ όπως τα Chicago, Sweeny Todd, Mamma Mia έχουν βρει μεγάλης αποδοχής από το κοινό.




Μουσικές Ταινίες

Όμως δεν είναι μόνο τα μιούζικαλ. Υπάρχουν και ταινίες που ως κύριο θέμα έχουν την μουσική, με οποιαδήποτε μορφή και αν είναι αυτές. Αυτές κυρίως χωρίζονται στις παρακάτω κατηγορίες:

Ταινίες με θέμα την μουσική

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η πρώτη ομιλούσα ταινία ήταν το Jazz Singer που ο πρωταγωνιστής είναι ένας μουσικός που θέλει να βρει τον δρόμο του στο μουσικό στερέωμα και από εκείνη την στιγμή πολλές ταινίες που βγήκαν από τα στούντιο είχαν παρόμοιο θέμα. Παρόμοιο θέμα είχε και η ταινία Shadows (1959) του Τζον Κασσαβέτη που όμως δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μουσική. Το The girl can’t help it (1956), που κάνουν την εμφάνισή τους μουσικοί όπως Little Richard, Fats Domino, Eddie Cohran, Gene Vincent κ.α., ή το Blues Brothers (1980) με την αφρόκρεμα της R ‘n’ B και soul μουσικής της εποχής να παρελαύνει από την οθόνη, είναι ταινίες που προσπάθησαν να κερδίσουν από την μουσική και την αίγλη των μουσικών που συμμετέχουν σε αυτές. Μάλιστα η δεύτερη είχε τόση επιτυχία, που η συνέχειά της Blues Brothers 2000, χωρίς να έχει τον χαοτικό και αυθόρμητο χαρακτήρα της πρώτης, συγκέντρωσε τόσα ονόματα ( Aretha Franklin, B.B. King, Eric Clapton, James Brown, Bo Diddley κ.α.) που η σκηνή της συναυλίας στο τέλος μοιάζει πιο πολύ με φεστιβάλ μπλουζ παρά με επίλογο ταινίας. Μάλιστα η ταινία Blues Brothers ήταν καινοτόμα από την άποψη ότι το κινηματογραφικό συγκρότημα του τίτλου είχε αρκετά μεγάλη μουσική επιτυχία με δίσκους ανεξάρτητους από το soundtrack της ταινίας.

Ταινίες για ψευτοσυγκροτήματα υπήρξαν κι άλλες, όπως το Rock star (2001) που είναι βασισμένο στην ιστορία του Tim “Ripper” Owens, τραγουδιστή που αντικατέστησε τον Rob Halford των Judas Priest όταν ο τελευταίος εγκατέλειψε το συγκρότημα, ή το ψευτοντοκιμαντέρ This is Spinal Tap (1984) με το ομώνυμο συγκρότημα να κοροϊδεύει τους αστέρες της rock και metal μουσικής.

Ψευτοντοκιμαντέρ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και το 24 Hour Party People (2002). Μια ταινία για την μουσική σκηνή του Manchester τα χρόνια 1976-1992, βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, φήμες, αστικούς μύθους και φαντασία, ασχολείται με συγκροτήματα της post punk και όχι μόνο σκηνής, όπως οι Joy Division, New Order, A Certain Ratio, Happy Mondays κ.α.
Η ταινία 9 songs (2004) του Michael Winterbottom είναι μια ταινία που περιγράφει τον μουσικό παλμό της εποχής μέσα από μια ερωτική ιστορία. 9 τραγούδια από συγκροτήματα όπως οι Dandy Warhols, Black Rebel Motorcycle Club, Franz Ferdinand, Primal Scream, μεταξύ άλλων, ντύνουν την ερωτική (κυρίως σεξουαλική) ιστορία δυο νέων. Το Cotton Club (1984) που μέσα από μια ιστορία περιγράφει την κατάσταση στην Jazz, την Νέα Υόρκη του ’30 και το club που ήταν το κέντρο της μουσικής αυτής.

Έξοχο για να περιγράψει μια μουσική είναι και το Μπλουζ με σφιγμένα δόντια (1973) του Ροβήρου Μανθούλη, μια ταινία που ξεπήδησε σχεδόν αυθόρμητα μέσα από τα γυρίσματα του τηλεοπτικού ντοκιμαντέρ Out of the Blacks into the Blues (1973) του ίδιου σκηνοθέτη, και περιγράφει όχι μόνο την μουσική αλλά και την ανάγκη που ωθεί τον bluesman να παίξει blues.
Ταινίες χτισμένες γύρω από συγκροτήματα όπως το Rock ‘n’ Roll Highschool (1979) ταινία γραμμένη για τους Ramones και Detroit Rock City (1999) αντίστοιχα για τους Kiss. Αλλά και η ταινία Sun Ra: Space is the Place (1974) μια φανταστική ιστορία με πρωταγωνιστές τους Sun Ra and his Arkestra (Αιγυπτιακό μουσικό συγκρότημα jazz).
Υπάρχουν όμως και ταινίες για τον περίγυρο της μουσικής όπως το The Boat That Rocked (2009) για έναν πειρατικό ραδιοφωνικό σταθμό και το Almost Famous (2000) που διηγείται μια φανταστική ιστορία ενός έφηβου δημοσιογράφου που ακολουθεί μια μπάντα (βασισμένο σε βιώματα του σκηνοθέτη που είχε ακολουθήσει συγκροτήματα σε tour). Το High Fidelity (2000) για έναν ιδιοκτήτη δισκοπωλείου που ζει για την μουσική, το School of Rock (2003) για έναν δάσκαλο που διδάσκει(!) Rock στους μαθητές του, και πολλές άλλες.
Αλλά και μουσικά όργανα ενέπνευσαν μουσικές ταινίες, είτε πρόκειται για ένα Κόκκινο Βιολί (Red Violin (1998)) και την ιστορία αυτού του κλασσικού οργάνου μέσα από τους αιώνες, είτε μια πένα που φέρνει έμπνευση σε όποιον την έχει στην κατοχή του (Tenacious D in the Pick of Destiny (2006)).
Πέρα όμως από αυτού του είδους ταινίες, γυρίστηκαν και σοβαρές μουσικές προσπάθειες όπως οι rock όπερες. Ιδέα που ξεκίνησε από τον Pete Townshend, κιθαρίστα των The Who, το 1966, υλοποιήθηκε με τον concept δίσκο Tommy το 1969 (ο οποίος χαρακτηρίστηκε rock opera), ανέβηκε στην θεατρική σκηνή το 1971 και πέρασε στην μεγάλη οθόνη το 1975. Οι Who έβγαλαν έναν ακόμη δίσκο ίδιας φιλοσοφίας που έγινε και αυτός ταινία, το Quadrophenia το 1979. Εν τω μεταξύ πολλοί επηρεάστηκαν από την ιδέα του Townshend και ξεκίνησαν να γράφουν μουσική τέτοιου ύφους. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Andrew Lloyd Weber που με τον στιχουργό Tim Rice έγραψαν το Jesus Christ Superstar, μια θεατρική rock opera που το 1973 πέρασε και αυτή με την σειρά της στην μεγάλη οθόνη. Η ταινία χαρακτηρίστηκε βλάσφημη και απαγορεύτηκε σε πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Rock όπερες βγήκαν αρκετές ακόμη, όμως δεν έγιναν κινηματογραφικές ταινίες.

Μουσικές ταινίες γυρίστηκαν και στην Ελλάδα. Το Ρεμπέτικο (1983) του Κώστα Φέρρη παραπέμπει στην ζωή της τραγουδίστριας Μαρίκας Νίνου στις αρχές του 20 αιώνα και την ιστορία του ρεμπέτικου μέσα από τα μάτια της, με μουσική από τον Σταύρο Ξαρχάκο και τραγούδι από την Σωτηρία Λεονάρδου –που είναι στον πρωταγωνιστικό ρόλο- τον Νίκο Δημητράτο αλλά και τον ίδιο τον Ξαρχάκο. Ο Δράκουλας των Εξαρχείων (1983) του Νίκου Ζερβού, μια φανταστική ιστορία για ένα συγκρότημα που φτιάχνει ο δράκουλας της μουσικής βιομηχανίας για να ρουφήξει τα λεφτά των μουσικόφιλων, με συμμετοχή των Τζίμη Πανούση –που πρωταγωνιστεί- και των Μουσικών Ταξιαρχών, Δημήτρη Πουλικάκου, Νικόλα Άσιμου, Τζώνυ Βαβούρα και Σάκη Μπουλά, μια cult μουσική ταινία. Ο Ασυμβίβαστος (1979) του Ανδρέα Θωμόπουλου, με τον Παύλο Σιδηρόπουλο, αλλά και το Περιπέτειες με τους Forminx (1965) του Κώστα Λιναρά (και του Θόδωρου Αγγελόπουλου που ξεκίνησε το ντοκιμαντέρ όμως δεν το ολοκλήρωσε).

Βιογραφικές ταινίες
Η έμπνευση έρχεται από παντού, και οι κινηματογραφικοί δημιουργοί άντλησαν από τις μεγάλες μουσικές προσωπικότητες για να δημιουργήσουν.
Είτε πρόκειται για την ζωή του Μπετόβεν και την ταινία Eroica (1949), είτε για την ζωή του Sid Vicious και το Sid and Nancy (1986) πολλές βιογραφικές μουσικές ταινίες έχουν βρει τον δρόμο τους για τις αίθουσες.
Η ταινία The Bird (1988) του Clint Eastwood είναι η ζωή του jazz σαξοφωνίστα Charlie “Bird” Parker. Το The Rose (1979) είναι βασισμένο σε γεγονότα από την ζωή της Janis Joplin με την Bete Midler στον πρωταγωνιστικό ρόλο, το Great Balls of Fire (1989) του Jim McBride στην ζωή του Jerry Lee Lewis. Το The Doors (1991) του Oliver Stone μια ταινία για την ζωή και την μουσική του Jim Morrison και των Doors. Το 8 Μile (2002) που μέρος της είναι βασισμένο στην βιογραφία του Eminem. Φυσικά το καινοτόμο I’m Not There (2007) του Todd Haynes που 6 διαφορετικοί ηθοποιοί ενσαρκώνουν τον Bob Dylan, σε αυτήν την διαφορετική βιογραφική ταινία και πολλές άλλες.
Αλλά και βιογραφίες κλασσικών μουσικών. Shine (1996) βασισμένο στην ζωή του πιανίστα David Helfgott, Ο Πιανίστας (2002) του Roman Polanski βασισμένο στην αυτοβιογραφία του Εβραιοπολωνού πιανίστα Wladyslaw Szpilman, το Amadeus (1984) του Milos Forman για την ζωή του Wolfgang Amadeus Mozart και του Antonio Salieri και πολλές άλλες.
Όμως η λίστα με τις βιογραφικές μουσικές ταινίες είναι πολύ μεγάλη, αφού για κάθε μεγάλο μουσικό σε κάθε μουσικό είδος φαίνεται να έχει γυριστεί και μια ταινία φόρος τιμής από κάποιον σκηνοθέτη θαυμαστή του.
Μουσικά Ντοκιμαντέρ – Συναυλίες
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν ταινίες οι οποίες καλύπτουν μουσικά γεγονότα (συναυλίες, περιοδείες, παραστάσεις, ηχογραφήσεις) αλλά και ταινίες που είναι είτε προσπάθεια προσέγγισης της σκέψης και νοοτροπίας του μουσικού, είτε οπτικοποιημένη η μουσική του.

Όσον αφορά στις συναυλίες, η σημαντικότητα τέτοιων φιλμ έγκειται στο μέγεθος του γεγονότος που καλύπτουν και όχι τόσο στην κινηματογραφικότητα τους, αν και υπάρχουν πολλές τέτοιες ταινίες με άποψη όπως το Pink Floyd Live at Pompeii (1972) που δείχνει το συγκρότημα να εκτελεί 6 τραγούδια τους στο αρχαίο θέατρο της Πομπηίας, το Woodstock (1970) που καλύπτει ένα από τα μεγαλύτερα μουσικά γεγονότα του 20 αιώνα. και το The Song Remains The Same (1976) με υλικό από 3 συναυλίες των Led Zeppelin στο Madison Square Garden.

Τα μουσικά ντοκιμαντέρ με την σειρά τους δεν περιορίζονται στην κάλυψη ενός μουσικού γεγονότος αλλά ακολουθούν τους μουσικούς και σε άλλες στιγμές της δουλειάς τους ή και της προσωπικής τους ζωής. Και εδώ υπάρχουν σημαντικές και ενδιαφέρουσες ταινίες όπως το Festival Express (2003) για την περιοδεία με τρένο στον Καναδά το 1970 των Grateful Dead, Janis Joplin, The Band κ.α, το αυτοσχεδιαστικό φιλμ Step Across The Border (1990) για τον αυτοσχεδιαστή μουσικό Fred Frith, ταινία που έχει χαρακτηριστεί avant-garde, το 1991 The Year Punk Broke (1992) που ακολουθεί τους Sonic Youth στην ευρωπαϊκή τους περιοδεία, στρέφει όμως την προσοχή του και σε άλλα συγκροτήματα όπως οι Nirvana, Ramones, Dinosaur jr. Babes in Toyland αλλά και το Shine a Light (2008) μουσικό ντοκιμαντέρ του Martin Scorsese (δεν είναι το μόνο) για τους Rolling Stones. Ταινίες που ασχολούνται με την ανάδειξη μιας μουσικής σκηνής όπως το 40 Bands 80 Minutes (2006) που παρουσιάζει την underground μουσική σκηνή του Los Angeles την χρονιά εκείνη και επικεντρώνεται κυρίως σε punk και experimental μουσικά χρώματα και πολλές άλλες που ανάλογα με το μουσικό είδος δεν έχουν τελειωμό.

Στην τελευταία, ας πούμε, υποκατηγορία της οπτικοποιημένης μουσικής τα πράγματα δεν είναι τόσο ξεκάθαρα αφού ταινίες αποτελούμενες από video clip καλλιτεχνών και συγκροτημάτων υπάρχουν πολλές, δεν θα ήταν όμως σκόπιμο να πούμε ότι εντάσσονται σε αυτήν την κατηγορία, θα μπορούσαμε όμως να εντάξουμε την ταινία Pink Floyd The Wall (1982) του σκηνοθέτη Alan Parker, που με την συνεργασία του συγκροτήματος και του πολιτικού σκιτσογράφου Gerald Scarfe έδωσαν μια ταινία όχι μόνο οπτικά και ακουστικά ενδιαφέρουσα αλλά και πλούσια σε συμβολισμούς. Παρά το ότι έχουν γυριστεί και άλλες ταινίες τέτοιου είδους λίγες έχουν βγει στις κινηματογραφικές αίθουσες και τέτοιου είδους εγχειρήματα πραγματοποιούνται πλέον από τους μουσικούς και τα συγκροτήματα μεμονωμένα. Για κλείσιμο ενδεικτικά αναφέρουμε τους Residents που αν και έχουν μεγάλο αριθμό τέτοιων ταινιών στην φιλμογραφία τους (λόγω και της δυσκολίας στο να τις παρακολουθήσεις) ούτε μια από αυτές δεν έχει δημιουργηθεί για προβολή σε κινηματογραφική αίθουσα.

ΚΤ_ΠΟΦΠΠ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΝΕΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ

Δεκαετία 70-Η απαρχή του ΝΕΚ Σαν απαρχή του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου (ΝΕΚ), τοποθετείται τυπικά (αν και με κάποια ασάφεια) το 1970, με την έκδοση της «Αναπάραστασης» του Θεόδωρου Αγγελόπουλου και τη συμμετοχή της ταινίας στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Η βασική διαφοροποίηση του ΝΕΚ απο την μέχρι τότε παραγωγή στην Ελλάδα, είναι η δημιουργία ταινιών όχι για εμπορική κατανάλωση, αλλά με βασικό κριτήριο την καλλιτεχνική αξία, με φιλοσοφικούς/πολιτικούς προβληματισμούς, με χρήση νέων τεχνικών στη κινηματογράφηση, με θεματολογία αντλουμενή απο την ελληνική πραγματικότητα και την πρόσφατη ιστορία της χώρας. Το 1974, με την πτώση της δικτατορίας, η ρήξη ανάμεσα εμπορικού κινηματογράφου από τη μια και ανεξάρτητου από την άλλη σε όλα τα επίπεδα (ιδεολογικό, αισθητικό και συνθηκών παραγωγής) είναι οριστική. Η μεταπολίτευση φέρνει μια αναγέννηση όλων των δημιουργικών δυνάμεων του κινηματογράφου. Η μεγάλη παραγωγή της δεκαετίας του 60, δεν πρόκειται να επαναληφ

Κινηματογράφος & Προπαγάνδα

Ο κινηματογράφος, όπως και κάθε μορφή τέχνης, έχει χρησιμοποιηθεί ως μέσο προπαγάνδας ιδεών, προτύπων ζωής και πολιτικών καθεστώτων. Στον κινηματογράφο μάλιστα το φαινόμενο αυτό πήρε πολύ μεγάλες διαστάσεις αφού λόγω της μαζικής απήχησης που έχει ως μέσο (ιδιαίτερα πριν εμφανιστεί η τηλεόραση) και της δύναμης του συνδυασμού εικόνας-ήχου μπορεί να επηρεάσει την κοινή γνώμη και να την κατευθύνει. Προπαγάνδα (η) ους.[ Κινηματογράφος και ναζιστική προπαγάνδα Ο Β’ παγκόσμιος πόλεμος μετέτρεψε τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο σε μία προπαγανδιστική μηχανή. Οι επιτάξεις των κτιριακών εγκαταστάσεων για στρατιωτικούς σκοπούς και η κατάταξη στις ένοπλες δυνάμεις μεγάλου μέρους του έμψυχου υλικού, επηρέασαν βαθιά τη λειτουργία της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Αυτή την περίοδο το ντοκιμαντέρ γνωρίζει μεγάλη ανάπτυξη καθώς οι ανάγκες της προπαγάνδας βρίσκουν σε αυτό ,το ιδανικό φερέφωνο . Η Εθνικοσοσιαλιστική πολιτιστική πολιτική δεν ήταν πουθενά πιο

Underground του Emir Kusturica

   'Ενα υπόγειο ιδιότυπο.Πρακτικά κατεβαίνουμε τα σκαλιά των καταφυγίων σε εμπόλεμη περίοδο. Συμβολικά αγγίζει το υπόγειο του υποσυνείδητου. Όπου συχνά κατεβαίνει ο Μάρκος. Παρτιζάνος στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο,πολιτικώς και διανοούμενος στη κομμουνιστική Γιουγκοσλαβία αργότερα.Έμπορος όπλων ,με μια λέξη καιροσκόπος. Στη βόλτα του αυτή, στο κελάρι εκτός από τις τύψεις και ενοχές παρέα έχει και την γυναίκα του. Κατεβαίνουν στο κελάρι να συναντήσουν τον μαύρο (μπλανκι). Παρτιζάνος και αυτός, συμπολεμιστής του Μάρκου στον πόλεμο και πρώην εραστής της Ιζαμπέλας γυναίκας του Μάρκου. Ο μαύρος Μπλανκί έχει σκοτωθεί στον πόλεμο. Κεντρικός ήρωας  της ταινίας,σύμβολο επαναστάτη, άνθρωπος ασυμβίβαστος και καθαρός.  Θυμίζει στον Μάρκο και την Ιζαμπέλα την καθαρότητα εκείνων των χρόνων που πλέον έχει χαθεί στα αδιέξοδα της διαπλοκής και της εξουσίας. Οι νεκροί του πολέμου ζουν και αναβιώνουν όχι στα αγάλματα και στις ιστορικές, ηρωικές ταινίες μα στην ουσία στο υπόγειο στο κελάρι. Σε έναν